Συνέντευξη της Δομνίκης Καράντζιου στον μαγικό κόσμο του παιδικού βιβλίου

259

Η συγγραφέας παιδικής και νεανικής λογοτεχνίας Δομνίκη Καράντζιου στη συνέντευξή της στη Λίνα Μουσιώνη, στον Μαγικό Κόσμο του Παιδικού Βιβλίου, μιλάει για την παιδική λογοτεχνία, για τα όνειρά της, για το ταξίδι της στον κόσμο των παιδικών βιβλίων.

Γράφω για τα παιδιά σημαίνει αναλαμβάνω μια μεγάλη ευθύνη να γράψω για τους πιο απαιτητικούς αναγνώστες, αλλά ταυτόχρονα και τους πιο ευάλωτους. Το παιδί είναι σοφό και πρέπει να κρατήσει γερά αυτή τη σοφία, γιατί έρχονται τόσοι πολλοί πάνω από το κεφάλι του, που το οδηγούν στο να χάσει σημαντικό μέρος αυτής της σοφίας. Έτσι, με αυτή την κεντρική αρχή στον νου μου, προσπαθώ να του δώσω ένα κείμενο που θα το κάνει να χαρεί, να ωριμάσει και κυρίως να το βοηθήσει να κρατάει πιο γερά στα χέρια του τη δική του σοφία.

Η πιο απαιτητική στιγμή κατά τη συγγραφή είναι να αποδώσεις με χιούμορ ένα κείμενο κατανοητό στο παιδί, με συναίσθημα που δεν θα το βαρύνει και θα το κάνει να νιώσει πως αυτό που διαβάζει αγγίζει το μυαλό και την καρδιά του.

Διαβάστε παρακάτω ολόκληρη τη συνέντευξη που έδωσε η συγγραφέας στη Λίνα Μουσιώνη:

Δομνίκη, μοιράσου μαζί μας τρία στοιχεία που θέλεις να γνωρίζουν οι αναγνώστες σου για σένα  και δεν αναφέρονται στο βιογραφικό σου.

Στην πρώτη τάξη δημοτικού η δασκάλα μου, η κυρία Σοφία, είχε πει στη μητέρα μου πως όταν μεγαλώσω, θα γίνω συγγραφέας. Αυτό το έμαθα πολύ αργότερα, καθώς η μητέρα μου με άφησε να ανακαλύψω μόνη μου τη συγγραφή.

Επίσης όταν ήμουν μικρή, ήμουν αφόρητα ντροπαλή και διστακτική στο κοινό. Πού να το φανταζόμουν πως όταν θα μεγάλωνα, θα είχα το θάρρος να μιλάω στον κόσμο μέσα από το ραδιόφωνο και να διαβάζω ιστορίες.

Κι ένα ακόμη μυστικό, πάλι σχετικά με το ραδιόφωνο. Πέρασαν έντεκα χρόνια από την πρώτη πτήση με την παιδική, ραδιοφωνική εκπομπή που επιμελήθηκα και παρουσίασα τον Μάιο του 2012 κι έχω την πεποίθηση πως από μια γωνιά του σύμπαντος η γιαγιά μου, φανατική ακροάτρια της εκπομπής «Καλημέρα παιδιά», ακούει το «Πολύχρωμο Αερόστατο» και χαμογελάει.

Πώς γεννιέται μια  ιστορία και πώς εξελίσσεται; Τι συμβαίνει στο μυαλό μιας συγγραφέα;

Η ιστορία γεννιέται εντελώς ξαφνικά, σαν μια αναλαμπή στη σκέψη, σαν μια πεταλούδα που περνάει από τα μάτια σου, σαν την αστραπή στην καταιγίδα. Η εξέλιξη είναι σαν την κύηση, το γονιμοποιημένο ωάριο μεγαλώνει, μεγαλώνει, μορφοποιείται, γίνεται έμβρυο, κουνιέται, σε σκουντάει τα βράδια κι εσύ περιμένεις να έρθει η στιγμή να πας στο μαιευτήριο, εννοώ να πιάσεις το πληκτρολόγιο και να αρχίσεις να γράφεις.

Όλον αυτόν τον καιρό της κύησης είμαι αφηρημένη, ξεχνάω κάποιες υποχρεώσεις μου και συνομιλώ διαρκώς με τους ήρωές μου. Κι αφού συμφωνήσουμε προς ποια κατεύθυνση θα πορευτούμε κι αρχίζω να γράφω, έρχεται μια καινούργια ιδέα και τους πείθω ν’ αλλάξουν πορεία, γιατί πολλές φορές οι αποφάσεις της τελευταίας στιγμής είναι και οι καλύτερες.

Πώς επιλέγεις τους ήρωες των βιβλίων σου και ποια είναι οι σχέση σου μαζί τους;  Ποια κομμάτια της Δομνίκης κρύβουν;

Νομίζω πως δεν επιλέγω ήρωες, απλά τους συναντώ στον δρόμο μου. Θέλω να πω πως δεν βάζω κριτήρια, είναι παιδιά, ζώα ή αντικείμενα στα οποία δίνω ψυχή και λαλιά. Η μόνη επιλογή που κάνω είναι στον αριθμό, είναι δηλαδή λίγοι, ίσως γιατί από μικρή με κούραζαν και με μπέρδευαν τα πολλά πρόσωπα μιας ιστορίας. Προσπαθώ να μην τους κατευθύνω πολύ, αλλά να με κατευθύνουν αυτοί, να έχουν πρωτοβουλία για το πώς θέλουν να διαμορφώσουν τον χαρακτήρα τους και την πλοκή.

Η αλήθεια είναι ότι τους δίνω κάποιο χαρακτηριστικό μου, για παράδειγμα αγαπάνε τους φίλους τους, είναι μαχητικοί, δίκαιοι, ειλικρινείς, αυθόρμητοι, αλλά από κει και πέρα αποκτούν τα δικά τους χαρακτηριστικά, γιατί έτσι πρέπει, να μην είναι ακριβή μου αντίγραφα, αλλά ανεξάρτητοι ήρωες.

Τι σημαίνει για σένα «γράφω για τα παιδιά»; Ποια είναι η πιο απαιτητική στιγμή κατά τη συγγραφή ενός κειμένου και πώς ξεπερνάς το «σύνδρομο» της λευκής σελίδας;

Γράφω για τα παιδιά σημαίνει αναλαμβάνω μια μεγάλη ευθύνη να γράψω για τους πιο απαιτητικούς αναγνώστες, αλλά ταυτόχρονα και τους πιο ευάλωτους. Το παιδί είναι σοφό και πρέπει να κρατήσει γερά αυτή τη σοφία, γιατί έρχονται τόσοι πολλοί πάνω από το κεφάλι του, που το οδηγούν στο να χάσει σημαντικό μέρος αυτής της σοφίας. Έτσι με αυτή την κεντρική αρχή στον νου μου προσπαθώ να του δώσω ένα κείμενο που θα το κάνει να χαρεί, να ωριμάσει και κυρίως να το βοηθήσει να κρατάει πιο γερά στα χέρια του τη δική του σοφία.

Η πιο απαιτητική στιγμή κατά τη συγγραφή είναι να αποδώσεις με χιούμορ ένα κείμενο κατανοητό στο παιδί, με συναίσθημα που δεν θα το βαρύνει και θα το κάνει να νιώσει πως αυτό που διαβάζει αγγίζει το μυαλό και την καρδιά του.

Στην ουσία δεν υπάρχει λευκή σελίδα, αλλά σελίδα με αόρατες λέξεις. Αν αλλάξεις οπτική, τότε φωτίζεις τις λέξεις και τις κάνεις να φαίνονται.

Πώς φαντάζεσαι τα παιδιά – αναγνώστες σου; Θέλεις να τους γνωρίσεις από κοντά; Τι σημαίνει για σένα δημιουργική εμψύχωση ενός βιβλίου;

Τα παιδιά αναγνώστες μου τα φαντάζομαι χαμογελαστά και ήρεμα και όταν πέφτουν να κοιμηθούν, να ρωτάνε τους ήρωες πώς θα καταφέρουν να τους μοιάσουν. Η μεγαλύτερη χαρά, μετά τον κάματο της συγγραφής, είναι αυτή, να γνωρίσεις τους αναγνώστες σου. Χαίρομαι και με τον δικό τους ενθουσιασμό, όταν γνωρίζουν τον συγγραφέα ενός βιβλίου. Τον φαντάζονται σαν εξωγήινο ή Αθηναίο. Δεν μπορούν να πιστέψουν πως μένεις στη γειτονιά τους και ζεις στον ίδιο πλανήτη με αυτά.

Δημιουργική εμψύχωση για εμάς τους μεγάλους, παιχνίδι με τους ήρωες του βιβλίου για τα μικρά παιδιά σημαίνει να ζωντανεύεις τους ήρωες, να τους βάζεις να συνομιλούν με τα παιδιά-αναγνώστες, να μπαίνουμε μικροί-μεγάλοι στις εικόνες του βιβλίου και να δημιουργούμε κι άλλες εικόνες, αυτές που δεν φαίνονται, αλλά που τις δημιουργεί η φαντασία.

Ποια είναι κατά τη γνώμη σου τα στοιχεία που πρέπει να διαθέτει ένα βιβλίο που απευθύνεται σε παιδιά; Τι  αγγίζει  το σημερινό  παιδί – αναγνώστη; Ποιο βιβλίο άγγιξε εσένα ως παιδί;

Ένα βιβλίο που απευθύνεται σε παιδιά πρέπει να είναι καθαρά παιδικό. Δεν γίνεται να περιέχει τα απωθημένα του συγγραφέα, να έχει θεματολογία που δεν το αφορά ή να μιλάει σε γλώσσα η οποία αποτελεί επί της ουσίας μέσον προβολής της συγγραφικής του δεινότητας.

Νομίζω πως τα σημερινά παιδιά έχουν πάνω κάτω τα ίδια «προβλήματα» απλά υπάρχουν και λειτουργούν σε ένα διαφορετικό πλαίσιο. Η οπτική γωνία των παιδιών είναι διαχρονικά η ίδια. Πολλές φορές οι μεγάλοι μπερδεύονται στη θεματολογία και περιπλέκουν την κατάσταση. Τα απλά πράγματα αγγίζουν τα παιδιά κι όχι τα πολύπλοκα.

Θα πω κάτι που το λένε οι περισσότεροι συνομήλικοί μου, τα βιβλία της Ζωρζ Σαρή! Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποιο, ίσως «Τα Γενέθλια», αλλά θα αδικήσω «Το Ψέμα», κι έπειτα θα παραπονεθούν «Τα στενά παπούτσια» κι «Ο Θησαυρός της Βαγίας» θα σκουπίσει τα δάκρυα κι «Όταν ο ήλιος…» ξεπροβάλει, θα κατσουφιάσει. Όλα τα αγάπησα το ίδιο. Τότε με συγκινούσε να διαβάζω για τη ζωή των παιδιών στην Κατοχή ή τη δικτατορία, να συναισθάνομαι τις δύσκολες καταστάσεις που βίωναν. Ξαναδιαβάζοντάς τα στην ενήλικη ζωή μου, ανακάλυψα και τα πολιτικά μηνύματα που έκρυβαν, κάτι που σπάνια βρίσκουμε στη σύγχρονη νεανική λογοτεχνία.

Ποια είναι η γνώμη σου για το κίνημα της πολιτικής ορθότητας στην παιδική λογοτεχνία;

Πιστεύω πως τα κινήματα αφορούν την παιδαγωγική θεωρία και μεθοδολογία της εκπαίδευσης του παιδιού. Η λογοτεχνία είναι κάτι πολύ πιο ελεύθερο απ’ όλα αυτά. Μπορεί να υπάρχει η τεχνική και η δομή, αλλά υπάρχει και η ελευθερία της έκφρασης, η αντιδιαστολή του κακού με το καλό, η υπερβολή στην περιγραφή, ο μαγικός ρεαλισμός. Η πολιτική ορθότητα μπορεί να προκύψει αβίαστα, χωρίς να βγάζει το δάχτυλο μέσα από τις σελίδες και να το κουνά συμμορφωτικά. Έπειτα το ίδιο το παιδί όταν διαβάζει λογοτεχνία, θέλει να μαγευτεί, να ταξιδέψει, δεν έχει διάθεση να του υποδεικνύουν συνεχώς το καλό ή το κακό, επιθυμεί να φύγει από την πραγματικότητα και να μεταβεί στο φανταστικό. Ενοχλείται όταν αντιλαμβάνεται πως πίσω από το κείμενο κρύβονται “οι μεγάλοι”, οι ενήλικες δηλαδή, οι οποίοι βρίσκουν ευκαιρία μέσα από το βιβλίο, που με τόση χαρά κρατά στα χέρια του, να του πουν τις κοσμοθεωρίες τους. Κι αν ο λύκος χαρακτηρίζεται ως κακός στα λαϊκά παραμύθια, μπορούν να τον συναισθανθούν και να τον αγαπήσουν, όταν μεγαλώνουν σε ένα οικογενειακό περιβάλλον με καλλιεργημένη ενσυναίσθηση. Όταν διαβάζουν για την ολόλευκη Χιονάτη, αυτό δεν αποκλείει στο να αγαπήσουν και τη συμμαθήτριά τους που κατάγεται από τη Νιγηρία. Τα σημερινά παιδιά έχουν τόσο διαφορετική εκπαίδευση, ανοιχτή και διευρυμένη, που δεν κινδυνεύουν να γίνουν πολίτες «πολιτικά ανορθόδοι», αν μου επιτρέπεις αυτόν τον όρο.

Σε ποιες θάλασσες μπορεί αρμενίζει ένα «τρελοβάπορο»; Δομνίκη,  θα μας μιλήσεις  για το τελευταίο σου βιβλίο;

Το τρελοβάπορο είναι ατρόμητο και ξεροκούτικο και δεν φοβάται μήτε τις τρικυμίες μήτε τις θαλασσοταραχές. Ονειρεύεται να βρει το ακρωτήριο όπου ενώνονται οι πέντε θάλασσες με τους εννιά ανέμους. Ίσως είναι και μια δικαιολογία για ν’ αρμενίζει στις θάλασσες του κόσμου με τον καπετάνιο του, τον Φάνη, που του έχει αδυναμία. Μόνο που ο παππούς καπετάν Φάνης έχει αδυναμία και στον εγγονό του. Όνειρα κι επιθυμίες λοιπόν πλέκονται, πυξίδες, δώρα του παππού απ’ όλον τον κόσμο που φέρνει ο παππούς στον μικρό Φάνη, γράμματα που στέλνει από τα πέρατα του κόσμου με την ελπίδα σύντομα να βρεθούν ξανά ο ένας στην αγκαλιά του άλλου και να του αφηγηθεί ιστορίες θαλασσινές, με πειρατές, κοράλλια, γοργόνες και μαργαριτάρια.

Στο τελευταίο μου βιβλίο τόλμησα να ασχοληθώ και με την εικονογράφησή του, πιο πολύ επειδή μου αρέσει να παιδεύομαι με κάτι καινούργιο αλλά και τόσο δημιουργικό, όπως η απεικόνιση κυρίως συναισθημάτων, -καθώς το να δημιουργήσεις την εικόνα που περιγράφει το κείμενο είναι πιο εύκολο. Στην εικονογράφηση αυτή θέλησα, και πιστεύω το κατάφερα, να δώσω εικόνες απλές, χιουμοριστικές και μη συμβατικές, που αποτυπώνουν για παράδειγμα την έλλειψη του παππού, τον αποχωρισμό τους με τις ευχετήριες σαπουνόφουσκες που στέλνει ο Φάνης στον αέρα, τον φόβο των ψαριών στην τρικυμία που τα αναγκάζει να βγουν από τη θάλασσα, τους ινδιάνους με τ’ άλογα και τους βεδουίνους με τις καμήλες για την απόδοση της σύνδεσης του παππού με το τρελοβάπορο, τον έρωτα του παππού με τη γιαγιά γοργόνα Θαλασσία, ή τα γνωστικά καράβια στην τρικυμία.

Μοιράσου μαζί μας τρεις αγαπημένες συνήθειές σου σε σχέση με τη γραφή και την ανάγνωση.

Κοιμάμαι με το βιβλίο που διαβάζω στο προσκεφάλι μου, όχι πως θα ξυπνήσω για να διαβάσω, αλλά για να βλέπουμε μαζί τα ίδια όνειρα.

Γράφω με το πιάτο μπροστά στο πληκτρολόγιο, ταΐζοντάς το λίγα ψιχουλάκια.

Όταν είμαι σε περίοδο που γράφω μια ιστορία, όσο κι αν προσπαθώ να συγκεντρωθώ στο βιβλίο που διαβάζω, δεν τα καταφέρνω και για αυτό του ζητάω συγγνώμη, παρακαλώντας το να μην το παίρνει προσωπικά.

Ας κλείσουμε με μια αγαπημένη φράση ως  ευχή για τους αναγνώστες και αναγνώστριές σου.

Προσπάθησε να βλέπεις στη ζωή σου τον ελέφαντα που κατάπιε ο βόας κι όχι ένα απλό καπέλο, όπως έκανε ο Μικρός Πρίγκιπας. Να βλέπεις, δηλαδή, τον κόσμο με τα μάτια ενός παιδιού.

Λίνα μου σε ευχαριστώ πολύ, το ταξίδι της συνέντευξης ήταν τόσο μαγικό όσο και ο μαγικός κόσμος του παιδικού βιβλίου!